ιδεάρχης

ιδεάρχης
ἰδεάρχης, ὁ (Μ)
η πηγή τών ιδεών, η πηγή τής νόησης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιδέα + -άρχης (< άρχω), πρβλ. μον-άρχης, νομ-άρχης].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ιδέα — Φιλοσοφική έννοια. Κατά την πρωταρχική της έννοια σημαίνει την ορατή μορφή, την όψη. Κατ’ επέκταση, ο όρος αναφέρεται γενικά στη μορφή, στο είδος και στο γένος. Στην καθημερινή χρήση της, η λέξη ι. υπονοεί καθετί που υπάρχει στον ανθρώπινο νου… …   Dictionary of Greek

  • ՏԵՍԱԿԱՊԵՏ — ( ) NBH 2 0867 Chronological Sequence: 8c գ. εἱδεάρχης, ἱδεάρχης . Պետ եւ գլուխ ամենայն տեսակաց. եւ գաղափարաց. *Տեսակապետ անտեսակ ʼի տեսակս՝ որպէս գերատեսակ. Դիոն. ածայ …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”